Μελέτη Αποκατάστασης προς χρήση (γραφεία Προγρ. Σύμβασης Π. Πόλης Ρεθύμνου) δύο οικοδ. της Ενετοκρατίας στην οδό Αρκαδίου 48-50 (Παττακού Χάνι)
ΔΗΜΟΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΠΟΛΗΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ
ΕΡΓΟ : ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣ ΧΡΗΣΗ ΔΥΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ
ΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΑΡΚΑΔΙΟΥ 48-50 (Χάνι Παττακού)
ΘΕΣΗ : ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΡΕΘΥΜΝΟΥ (οδός Αρκαδίου 48-50)
ΜΕΛΕΤΗΤΗΣ : ΣΤΑΘΗΣ Θ. ΚΕΛΕΚΗΣ, αρχιτέκτων
ΡΕΘΥΜΝΟ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2006
Τ Ε Χ Ν Ι Κ Η Ε Κ Θ Ε Σ H
1. ΓΕΝΙΚΑ
Η αναλυτική περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης έχει γίνει στο τεύχος της ιστορικής και αρχαιολογικής τεκμηρίωσης - τεχνικής περιγραφής που ακολουθεί..
Η παρούσα αποκατάσταση γίνεται σεβόμενη την βασική αρχική διαρρύθμιση του συγκροτήματος και τις αρχικές βασικές στάθμες των ορόφων του.
Μάλιστα επειδή τα συμπεράσματα της αρχαιολογικής τεκμηρίωσης, αναφορικά με την αποκατάσταση του ελλείποντος άνω τμήματος της πρόσοψης στο Α. τμήμα του κτιρίου δεν κρίθηκαν απολύτως ικανοποιητικά και προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν αυθαιρεσία προτιμήθηκε τελικά η αποκατάσταση μόνο του υφιστάμενου τμήματος ως ανεξάρτητου στοιχείου στον τοίχο της κύριας όψης και η κατασκευή νέων εξωτερικών τοίχων κατά ένα μέτρο εσωτερικά του υφιστάμενου.
Το κτίριο θα στεγάσει τα Γραφεία της Προγραμματικής Σύμβασης Παλιάς Πόλης Ρεθύμνου. Στο ισόγειο περιλαμβάνονται: μια κεντρική είσοδος - μεγάλη αίθουσα που θα χρησιμοποιείται ως χώρος μόνιμης έκθεσης των έργων του Γραφείου, μια κοινόχρηστη δευτερεύουσα είσοδος, αίθουσα γραμματείας - λογιστηρίου και άλλοι βοηθητικοί χώροι καθώς και το κεντρικό αίθριο με το κεντρικό κλιμακοστάσιο.
Στον όροφο περιλαμβάνονται τρεις αίθουσες - γραφεία: του υπευθύνου, των μηχανικών και των αρχαιολόγων, μια αίθουσα συσκέψεων και οι αναγκαίοι βοηθητικοί χώροι.
Σε ενδιάμεση στάθμη μεταξύ των ορόφων με εκμετάλλευση του μεγάλου ύψους του ισογείου δημιουργούνται, πάνω κυρίως από τους κοινόχρηστους και βοηθητικούς χώρους του ισογείου, πατάρια με χρήση αρχείου και σχεδιαστηρίου.
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Η Κ Α Ι Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η Τ Ε Κ Μ Η Ρ Ι Ω Σ Η
- Τ Ε Χ Ν Ι Κ Η Π Ε Ρ Ι Γ Ρ Α Φ Η
Πρόκειται για ένα κτιριακό συγκρότημα, ερειπωμένο, που βρίσκεται στην οδό Αρκαδίου 48-50.[1] Αποτελείται από δυο τμήματα, όπου από το μεν δυτικό σώζεται η διώροφη πρόσοψη του η οποία έχει κηρυχθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ.170-9-51) ενώ από το ανατολικό τμήμα σώζεται το θύρωμα του το οποίο επίσης έχει κηρυχθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο με το ίδιο ΦΕΚ.170-9-51) και τμήμα από την πρόσοψη του ορόφου (φωτ.1).
Και τα δυο κτίρια χρονολογούνται, σύμφωνα, με τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά τους την περίοδο της Ενετοκρατίας, τέλη 16ου - αρχές 17ου αιώνα. Πιθανότατα, πρόκειται είτε για δημόσια κτίρια είτε για κατοικία ανώτατου αξιωματούχου των Ενετών.
Το υφιστάμενο συγκρότημα, λοιπόν, αποτελείται σήμερα ουσιαστικά από ένα επιμήκη ασκεπή χώρο (άλλοτε διώροφο κτίριο) στα ανατολικά και ένα μικρότερο στα δυτικά, το βόρειο τμήμα του οποίου σήμερα παραμένει ασκεπές, ενώ στο νότιο υπάρχει το κατεστραμμένο από τη πυρκαγιά του 1998 διώροφο τμήμα.
Η πρόσοψη του δυτικού τμήματος αποτελείται από το ισόγειο με επιχρισμένη αργολιθοδομή από την οποία σώζεται ένα μικρό τμήμα της και τον όροφο ο οποίος αποτελείται από ισόδομη λαξευτή τοιχοποιία και δυο μεγάλα ορθογωνικά ανοίγματα τα οποία έχουν υποστεί σύγχρονες επεμβάσεις μετατρέποντάς τα σε μικρότερα από ότι πραγματικά ήταν. Ωστόσο, είναι εμφανής η σε β'' φάση συμπλήρωση δίνοντάς μας έτσι την δυνατότητα να διακρίνουμε το αρχικό μέγεθος των ανοιγμάτων τα οποία σύμφωνα με τον Ι.Δημακόπουλο πρόκειται για παράθυρα και όχι μπαλκονόπορτες. Αξιόλογα είναι και τα φουρούσια των ποδιών των παραθύρων με την ανάγλυφη διακόσμηση από φύλλα άκανθα και τα οποία διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση (φωτ.2).
Αρκετά εντυπωσιακό είναι το τοξωτό θύρωμα του κτιρίου με τις κορινθιακού ρυθμού παραστάδες του και το απλής μορφής γείσο του.(φωτ.3)Αξιοπρόσεκτη, είναι η προσπάθεια του συνθέτη να βρει μια ισορροπία ανάμεσα στο μικρό τοξωτό αυτό θύρωμα με τα μεγάλου ανοίγματος παράθυρα του ορόφου. Αυτό το πετυχαίνει τοποθετώντας πάνω ακριβώς από το γείσο του θυρώματος ένα αρκετά μεγάλο ορθογωνικού σχήματος φεγγίτη (του οποίου ο λειτουργικός προσδιορισμός για τον φωτισμό του εσωτερικού χώρου δεν διαφέρει καθόλου από εκείνον των μικρότερων σε μέγεθος φεγγιτών που συναντάμε σε άλλα σπίτια στη παλιά πόλη όπως στη οδό Κλειδή 11). Γύρω από το θύρωμα σώζεται ένα τμήμα από ισόδομη τοιχοποιία μεταγενέστερης περιόδου, η οποία και διακόπτεται από μια σύγχρονη κολόνα από οπλισμένο σκυρόδεμα που περιτρέχει το θύρωμα και καλύπτει το ορθογωνικό άνοιγμα (φεγγίτη) πάνω από το θύρωμα του κτιρίου. Από το άνοιγμα αυτό σώζεται μόνο το γείσο στο πάνω τμήμα του .
Ένα αξιόλογο χαρακτηριστικό γνώρισμα της πρόσοψης είναι οι τέσσερις οριζόντιες ζώνες που δημιουργούνται από τα δύο γείσα που περιλαμβάνουν τα παράθυρα, το γείσο που βρίσκεται στην απόληξη του κτιρίου αλλά και εκείνο που σώζεται πάνω από το φεγγίτη του θυρώματος και τα οποία διατρέχουν όλο το πλάτος της πρόσοψης του κτιρίου. Οι οριζόντιες αυτές ζώνες είναι ένα ακόμα στοιχείο για την αναγωγή του κτιρίου στη περίοδο κατασκευής του με αναγεννησιακά πρότυπα που συνήθιζαν να μοιράζουν την πρόσοψη σε αλληλοεξαρτώμενες οριζόντιες ζώνες(Pallazo Medici της Φλωρεντίας).
Εσωτερικά, το δυτικό τμήμα είναι σχεδόν κατεστραμμένο , ασκεπές. Σώζονται στο βόρειο χώρο του ξύλινα δοκάρια από μεσοπάτωμα κατεστραμμένο από πυρκαγιά ενώ στο νότιο χώρο του υπάρχει κατασκευή μεταγενέστερης περιόδου χτισμένη από αργολιθοδομή με ανοίγματα από λαξευτή λιθοδομή και σκεπή από οπλισμένο σκυρόδεμα η οποία έχει υποστεί φθορές από πυρκαγιά. (φωτ.4). Όλα αυτά περιβάλλονται από βλάστηση αναρριχόμενων φυτών (φωτ.5).
Το ανατολικό κτίριο είναι κατεστραμμένο. Σώζεται μόνο η πρόσοψη του ισογείου του και μικρό τμήμα από την πρόσοψη του ορόφου ενώ εσωτερικά δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά μόνο βλάστηση από αρκετά ψηλά δέντρα Στο κτίριο ,για να μη καταρρεύσει ,είχαν τοποθετηθεί εσωτερικά ικριώματα από την 13η Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων τη δεκαετία του ''90 (φωτ.6).
Ωστόσο, από τα λίγα εναπομείνοντα τμήματα της πρόσοψής του παρατηρούμε πως υπήρχε ,τόσο στο ισόγειο όσο και στον όροφο , μια ενιαία γραμμή από τον συνθέτη στη κατασκευή της τοιχοποιίας .Το ισόγειο αποτελείται από επιχρισμένη αργολιθοδομή, ένα τοξωτό θύρωμα και ένα υπερκείμενο ορθογωνικό φεγγίτη μεταγενέστερης κατασκευής ο οποίος σήμερα έχει χτιστεί, ενώ από τον όροφο διατηρούνται μόνο τα φουρούσια που υποβάσταζαν τα παράθυρα που σήμερα δυστυχώς δεν σώζονται. Παράλληλα, παρατηρείται πως και εδώ δημιουργούνταν οι οριζόντιες ζώνες απο τα δύο γείσα που σώζονται ακόμα κατά πλάτος της πρόσοψης του κτιρίου, όπου το ένα στέφει το θύρωμα του ισογείου και το άλλο συνδέει τα φουρούσια των παραθύρων του ορόφου.
Αρκετά εντυπωσιακό είναι το τοξωτό θύρωμα που πλαισιώνεται από παραστάδες κορινθιακού ρυθμού με σύνθετα επίκρανα και ιδιόρρυθμα (με γοτθικές αναμνήσεις) κιονόκρανα των κάτω ημικιονίσκων. Ιδιαίτερα, εντυπωσιακοί είναι και οι ανάγλυφοι φτερωτοί έρωτες εκατέρωθεν του ημικυκλίου και η μεγάλη άκανθος που βρίσκεται στο κέντρο του γείσου που στέφει το τόξο του θυρώματος .(φωτ.7) Πάνω από αυτό σώζεται η ζωφόρος η οποία διακόπτεται από ορθογωνικό φεγγίτη μεταγενέστερης κατασκευής . Εκατέρωθεν του φεγγίτη σώζονται, φθαρμένα από τον χρόνο, σκαλιστά από πωρόλιθο λιοντάρια, σύμβολο της Γαληνοτάτης. Αξιοσημείωτη, τέλος είναι και η παρουσία μιας ελληνικής εγχάρακτης επιγραφής όπως βεβαιώνει ο Gerola, κάτω από τη θέση της υποτιθέμενης ζωφόρου:«ΘΕΟΥ ΜΕΝΕΙ........ ΧΕΙ ΒΡΟΤΟ...»,επιγραφή που σήμερα δεν σώζεται.(φωτ.8). Ωστόσο, άγνωστη παραμένει η κατασκευή ενός χαμηλότερου τόξου εσωτερικά του θυρώματος.
Δυστυχώς, όμως, έχει και αυτό υποστεί αρκετές μεταγενέστερες επεμβάσεις όπως το νεότερο κτίριο που καλύπτει τμήμα της πρόσοψης τόσο από το αξιόλογο θύρωμα του κτιρίου όσο και απο τον όροφό του (.φωτ.9 ).
Σήμερα, προτείνεται η αποκατάσταση των δυο παραπάνω κτιρίων τόσο για την διάσωσή της τόσο αξιόλογης , με αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, πρόσοψής τους όσο και για την αξιοποίησή τους με χρήση δημόσιου χαρακτήρα. Στην προσπάθεια αποκατάστασης των παραπάνω κτιρίων επιδιώκεται να επανέλθουν αυτά στην αρχική τους μορφή. Έτσι, στο δυτικό κτίριο τα παράθυρα θα μεγαλώσουν και θα γίνουν τοξωτά όπως μας υποδεικνύουν τα ίχνη που υπάρχουν στην υφιστάμενη κατάσταση που προαναφέραμε[2] (παρόμοια παράθυρα συναντάμε σε κτίριο στη οδό Αραπατζόγλου ή στην οδό Ν. Φωκά). Κάθε είδους νεωτερικό στοιχείο θα απομακρυνθεί όπως η συμπλήρωση της τοιχοποιίας από οπλισμένο σκυρόδεμα που έχει καταστρέψει τμήμα από τον ορθογωνικό φεγγίτη πάνω από το θύρωμα. Η τοιχοποιία του κτιρίου θα επανέλθει στην αρχική της μορφή. Στο ισόγειο θα παραμείνει η αργολιθοδομή με επίχρισμα, ενώ στον όροφο η μοναδική αυτή τοιχοποιία με την ισόδομη λαξευτή λιθοδομή σε κτίρια της Ενετοκρατίας στο Ρέθυμνο χρειάζεται καθαρισμό και συμπλήρωση των ανάλογων λίθων.
Αρκετές νεότερες επεμβάσεις συναντάμε και στο ανατολικό τμήμα του συγκροτήματος. Εδώ, το αρκετά εντυπωσιακό θύρωμα του έχει υποστεί αρκετές αλλοιώσεις τόσο από το πέρασμα του χρόνου όσο και από το ανθρώπινο χέρι. Ένας ορθογωνικός φεγγίτης, μεταγενέστερης περιόδου, κατέστρεψε όχι μόνο το τριγωνικό αέτωμα αλλά και την ελληνική εγχάρακτη επιγραφή που υπήρχε πάνω από το θύρωμα. Από την σύγκριση της προοπτικής των φωτογραφιών του Gerola από τη μια και του Ι.Δημακόπουλου 1972 που συμπίπτουν με την υφιστάμενη κατάσταση από την άλλη, προκύπτει ότι κτίριο που κτίστηκε ,πιθανότατα μετά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, μπροστά από την πρόσοψη του ανατολικού τμήματος του συγκροτήματος όπου και το προαναφερόμενο θύρωμα το οποίο για αυτό το λόγο δεν φαίνεται στις φωτογραφίες του Gerola, μας οδηγεί στη σκέψη πως το τμήμα αυτό βρέθηκε σε δεύτερη χρήση και ο ιδιοκτήτης του είτε θέλοντας να το προστατέψει από τους μεταγενέστερους κατακτητές το κάλυψε με μια νέα πρόσοψη είτε όντας ερείπιο το μεγάλωσε χρησιμοποιώντας την αρχιτεκτονική της εποχής όπως «σαχνισί» στον όροφο.(φωτ.10). Σήμερα, το κομμάτι αυτό δεν υπάρχει έτσι έχουμε την πρόσοψη του τμήματος με το εντυπωσιακό θύρωμα του. Όμως, οι αλλοιώσεις που προκάλεσε η επέμβαση αυτή είναι εμφανείς. Τα γείσα πάνω από το θύρωμα είναι ατελή. Ο τρόπος που είναι κομμένα στο δυτικό τμήμα της πρόσοψης (για να τοποθετηθεί ο νεότερος τοίχος) μας δείχνει πως απουσιάζει όχι μόνο τμήμα τους αλλά και φουρούσι που υποβάσταζε παράθυρο. Εξάλλου στην άλλη πλευρά του θυρώματος έχει καλυφθεί αντίστοιχο τμήμα της πρόσοψης από νεωτερική επέκταση του παρακείμενου κτιρίου έχοντας καλύψει με εμφανέστατο τρόπο όχι μόνο το φουρούσι που αναλογικά θα έπρεπε να υπάρχει αλλά και σχεδόν κατά το ήμισυ το ανατολικό τμήμα του θυρώματος (το κεφάλι του λιονταριού, τα κιονόκρανα μαζί με τους αμφικιονίσκους τους) (φωτ. )Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψιν τα παραπάνω θα μπορούσαμε να υποθέσουμε την μορφή που θα είχε η πρόσοψη του ορόφου. Τα μεγάλα πώρινα φουρούσια με την ανάγλυφη άκανθο του ελισσόμενου κορμού τους πρέπει να υποβάσταζαν κάποιο οριζόντιο γείσο ( ή την ποδιά ενός μεγάλου πλάτους παραθύρου) ή ίσως ένα δίλοβο τοξωτό άνοιγμα ενός liagό, όπως μας αναφέρει ο Ι. Δημακόπουλος. Επίσης, ο αριθμός των φουρουσιών άρα και τα διαστήματα μεταξύ τους μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως είτε θα υπήρχαν δυο ανεξάρτητα απομακρυσμένα μεταξύ τους παράθυρα στις δυο άκρες της όψης ή ένα δίλοβο στο μέσον της με τυφλά τα παρακείμενα τμήματα πάνω από τα ακραία διαστήματα μεταξύ των φουρουσιών γεγονός που απορρίπτεται..Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται η αναλογία πέντε φουρουσιών που δημιουργούν ένα τετράλοβο άνοιγμα παραθύρων το οποίο έρχεται σε απόλυτη αρμονία με το θύρωμα. Τα δημιουργημένα κενά των ανοιγμάτων σε όλη την επιφάνεια του τμήματος του τοίχου του ορόφου πιθανόν να ήταν και η αιτία της κατάρρευσης του συγκεκριμένου τμήματος λόγω αδυνατίσματος της κατασκευής.
Τέλος, με την αποκατάσταση των δύο αυτών κτιρίων στον εσωτερικό χώρο γίνεται προσπάθεια εφαρμογής της τυπολογίας των μικρών ή μεγάλων βενετσιάνικων μεγάρων, δηλαδή, στο ισόγειο του ανατολικού τμήματος προτείνεται μια κεντρική υπαίθρια αυλή «αίθριο» και μια σκάλα όπου για φθάσουμε σε αυτήν περνάμε πρώτα από ένα στεγασμένο χώρο πάνω από τον οποίο υψώνεται ένα μέρος του ορόφου που βλέπει προς τον δρόμο. Η στέγαση του γίνεται με μια ξύλινη , δοκιδωτή οροφή , που αποτελεί ταυτόχρονα το πάτωμα για την αίθουσα του ορόφου. Η κύρια αυτή αίθουσα φωτίζεται από τα υψηλόκορμα παράθυρα του. Στο πίσω μέρος του κτιρίου τόσο στο ισόγειο όσο και στον όροφο βρίσκουν την θέση τους και οι άλλες μικρότερες κύριες «κάμαρες» του σπιτιού μαζί με τους βοηθητικούς χώρους. Οι αίθουσες αυτές φωτίζονται από την υπαίθρια αυλή. Η λύση αυτή εφαρμόζεται σε κτίρια που είτε κτίζονται πάνω σε μικρά γενικά οικόπεδα ή που το κτιριολογικό τους πρόγραμμα περιλαμβάνει πολλούς χώρους και έτσι θεωρείται ως ανεπίτρεπτη σπατάλη του διατιθέμενου για οικοδόμηση χώρου η ύπαρξη μιας υπαίθριας αυλής με πρόσωπο προς το δρόμο. Εξάλλου, στη περίπτωση που μας απασχολεί το μεγάλο και εντυπωσιακό θύρωμα επέτρεπε τον φωτισμό της αίθουσας του ισογείου ενώ τα μεγάλα παράθυρα έδιναν φως στη αίθουσα του ορόφου.
Έγινε προσπάθεια ώστε το σύνολο του κτιριακού αυτού συγκροτήματος να αποτελεί, όπως και ο Ι. Δημακόπουλος αναφέρει, την επιβίωση ενός παλιότερου τύπου «πύργου»-κατοικίας που από την περίοδο της Ενετοκρατίας είχε εισδύσει μέσα στις πόλεις της Κρήτης και αποτελεί την εξέλιξη της βίλλας των τιμαριούχων στην ύπαιθρο με το φρουριακό χαρακτήρα της .Ο τύπος αυτός κατοικίας εξακολουθούσε να υπάρχει και στο 16ο -17ο αιώνα μαζί με την ανάπτυξη μιας αναγεννησιακής γενικά διαμόρφωσης της εξωτερικής όψης η οποία εντάσσεται σε μια συμμετρικά οργανωμένη πρόσοψη των κτιρίων.
Οι Συντάξαντες
Αρβανίτη Σταματίνα Κελέκης Στάθης
Αρχαιολόγος Αρχιτέκτων
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ι.Δημακόπουλος, Τα Σπίτια του Ρεθύμνου, Αθήνα 1977,σελ.101-104,162-163
- G.Gerola, Monumenti Veneti nell'' isola di Creta , Vol.III., Venezia, M.CM.XVII.σελ.237,238,242
- A.Mαλαγάρη -Χ.Στρατιδάκης, Ρέθυμνο, Αθήνα , 1995
[1] Η αρίθμηση των κτιρίων έχει αλλάξει από την εποχή που κηρύχθηκαν ως ιστορικά Διατηρητέα μνημεία. Ο Ι.Δημακόπουλος το αναφέρει ως Μέγαρο της οδού Αρκαδίου 60.
[2] Βλ.Ι.Δημακόπουλο, σελ101-104.